ΤΟΠΙΚΕΣ ΚΟΥΖΙΝΕΣ: Σειρά ντοκιμαντέρ ταξιδιωτικού και γαστρονομικού περιεχομένου
Σειρά ντοκιμαντέρ ταξιδιωτικού και γαστρονομικού περιεχομένου Tα τελευταία 20 χρόνια, το τοπικό ελληνικό προϊόν έγινε τάση, μόδα, οικονομική διέξοδος, μια άλλη, καινούργια νοστιμιά. Βγήκε από την αφάνεια, απέκτησε ΠΟΠ πιστοποιήσεις, μια ολόφρεσκη γεύση μέσα από μια καινοτόμα μεταποίηση, βρήκε τη θέση του στα ράφια της πόλης, στο τραπέζι του καθενός μας, ενθουσιάζοντας ταυτόχρονα τους ουρανίσκους των εξαγωγών.
Η Ελλάδα που χάθηκε στις διαδρομές της αστικοποίησης του ’50, επιστρέφει στο χωριό, αναζητώντας τις γεύσεις της γιαγιάς και τις παλιές καλλιέργειες του παππού. Η κρίση δημιουργεί έναν νέο, ευρωπαϊκό πρωτογενή τομέα: τα καλύτερα -άνεργα πια- παιδιά του μάρκετινγκ και του μάνατζμεντ γίνονται αγρότες, πηγαίνοντας στο χωράφι με λαπ-τοπ και ιντερνετικές πληροφορίες για το πώς θα καλλιεργήσουν την ελιά -βιολογικά- πετυχαίνοντας ένα νέο μοντέλο επιβίωσης, πράσινο, οικολογικό, γαλήνιο, οικονομικά αισιόδοξο.
Στην πόλη, οι ενθουσιώδεις δημοσιογράφοι, θεοποιούν το νέο μοντέλο αγρότη που ντύνεται με στυλ ακόμη και στον τρύγο και τυποποιεί σε ντιζάιν συσκευασίες που «σκίζουν» στους παγκόσμιους διαγωνισμούς, ενώ ο ενθουσιασμός ενίοτε καταγράφει υπερβολές και ανακρίβειες. Ταυτόχρονα, αναβιώνουν οι παλιές καλλιέργειες, ο χειροποίητος μόχθος που επιμένει εδώ και αιώνες στο χωριό. Δυστυχώς, όμως, κανείς δεν μπορεί να αντιληφθεί τη φύση και το χωράφι από το γραφείο του στην πρωτεύουσα.
Η Ελλάδα μπορεί να είναι μια μικρή χώρα, όμως το χωριό απέχει έτη φωτός από την πόλη.
Οι δημιουργοί της νέας σειράς ντοκιμαντέρ «Τοπικές Κουζίνες» προσεγγίζουν τα μοναδικά προϊόντα και τον χαμένο πλούτο μιας χώρας γκουρμέ, όπου η γεωγραφία και το μικροκλίμα δίνουν άλλη γεύση στο ίδιο προϊόν, ακόμη και σε δύο διπλανά χωριά. Αγγίζουν από κοντά και μεταφέρουν στο σπίτι του τηλεθεατή την πραγματικότητα του χωριού, του αγρότη, του παλιού και του νέου παραγωγού.
Πρωταγωνιστές αυτής της σειράς ντοκιμαντέρ είναι οι παραγωγοί, οι άνθρωποι της ελληνικής υπαίθρου, οι οποίοι μέσα από την καθημερινότητά τους ξετυλίγουν τις άγνωστες λεπτομέρειες για τα προϊόντα που ανυποψίαστοι αγοράζουμε στα νεομπακάλικα της πόλης. Η κάμερα τούς ακολουθεί στο χωράφι, στους δύσκολους και εύκολους καιρούς, στο σπίτι, στη μεταποίηση, στην ώρα της σχόλης, στον τρύγο, στο μάζεμα, στην πορεία για τον έμπορο. Ακολουθώντας το χρόνο και το λόγο τους, ζούμε τη δική τους καθημερινότητα, τις χαρές και τις αγωνίες τους αφτιασίδωτες, γευόμαστε το καθημερινό και γιορτινό τους φαγητό, ταξιδεύουμε στην ιστορία της παραγωγής τους, μπαίνουμε στη θέση τους, δίνοντας απαντήσεις στην προοπτική μιας αποκέντρωσης που τόσο είναι στη μόδα: «θα μπορούσα, άραγε, εγώ;».
Οι άνθρωποι μάς συστήνουν τη ζωή του αγρού, μαζί και τη ιστορία, τις ιδιαιτερότητες της κάθε καλλιέργειας, τη γεύση των προϊόντων μέσα από παραδοσιακές και σύγχρονες συνταγές.
Μαζί με τη ζωή τους, ταξιδεύουμε στον τόπο τους. Κινηματογραφικά «διακτινιζόμαστε» στα τοπία μιας πανέμορφης περιφέρειας, όπου η ομορφιά συμπλέει με την αγροτική ζωή. Μια λίμνη, η θάλασσα, ένα καταπράσινο βουνό, από τουριστικά τοπία μεταμορφώνονται σε ζωτικά στοιχεία, που τρέφουν, ανασταίνουν, δίνουν τη γεύση τους στο προιόν.
Δώδεκα ταξίδια, 12 προσωπικές ιστορίες, 12 οικογένειες, 12 γεύσεις, 12 μοναδικότητες, 12 διαφορετικότητες, 12 μοναδικά προϊόντα. Τα μήλα της Ζαγοράς, τα άγρια μανιτάρια των Γρεβενών, τα σύκα της Κύμης, τα βουβάλια της Κερκίνης, το αβγοτάραχο του Μεσολογγίου, τα τυριά της Νάξου, τα πορτοκάλια της Λακωνίας, το ελαιόλαδο της Μεσσηνίας, η αγκινάρα Αργολίδας, τα φασόλια Πρεσπών και το γριβάδι τους, τα κάστανα της Καστανίτσας.
Ένα ταξίδι πίσω από τα ράφια της ελληνικής και παγκόσμιας αγοράς, όπου το προϊόν πρωταγωνιστεί, γίνεται ο λόγος ενός άλλου τουρισμού, με αιτία γαστρονομική! Βασικοί συντελεστές της σειράς:
Σκηνοθεσία: Βασίλης Κεχαγιάς, Βασίλης Βασιλειάδης, Ανθή Νταουντάκη
Διεύθυνση φωτογραφίας: Γιώργος Παπανδρικόπουλος, Παναγιώτης Βασιλάκης, Δράκος Πολυχρονιάδης, Δημήτρης Λογοθέτης
Μοντάζ: Ηρώ Βρετζάκη, Αμαλία Πορλίγκη, Claudia Sprenger, Μαρία Γιρμή
Η Ελλάδα που χάθηκε στις διαδρομές της αστικοποίησης του ’50, επιστρέφει στο χωριό, αναζητώντας τις γεύσεις της γιαγιάς και τις παλιές καλλιέργειες του παππού. Η κρίση δημιουργεί έναν νέο, ευρωπαϊκό πρωτογενή τομέα: τα καλύτερα -άνεργα πια- παιδιά του μάρκετινγκ και του μάνατζμεντ γίνονται αγρότες, πηγαίνοντας στο χωράφι με λαπ-τοπ και ιντερνετικές πληροφορίες για το πώς θα καλλιεργήσουν την ελιά -βιολογικά- πετυχαίνοντας ένα νέο μοντέλο επιβίωσης, πράσινο, οικολογικό, γαλήνιο, οικονομικά αισιόδοξο.
Στην πόλη, οι ενθουσιώδεις δημοσιογράφοι, θεοποιούν το νέο μοντέλο αγρότη που ντύνεται με στυλ ακόμη και στον τρύγο και τυποποιεί σε ντιζάιν συσκευασίες που «σκίζουν» στους παγκόσμιους διαγωνισμούς, ενώ ο ενθουσιασμός ενίοτε καταγράφει υπερβολές και ανακρίβειες. Ταυτόχρονα, αναβιώνουν οι παλιές καλλιέργειες, ο χειροποίητος μόχθος που επιμένει εδώ και αιώνες στο χωριό. Δυστυχώς, όμως, κανείς δεν μπορεί να αντιληφθεί τη φύση και το χωράφι από το γραφείο του στην πρωτεύουσα.
Η Ελλάδα μπορεί να είναι μια μικρή χώρα, όμως το χωριό απέχει έτη φωτός από την πόλη.
Οι δημιουργοί της νέας σειράς ντοκιμαντέρ «Τοπικές Κουζίνες» προσεγγίζουν τα μοναδικά προϊόντα και τον χαμένο πλούτο μιας χώρας γκουρμέ, όπου η γεωγραφία και το μικροκλίμα δίνουν άλλη γεύση στο ίδιο προϊόν, ακόμη και σε δύο διπλανά χωριά. Αγγίζουν από κοντά και μεταφέρουν στο σπίτι του τηλεθεατή την πραγματικότητα του χωριού, του αγρότη, του παλιού και του νέου παραγωγού.
Πρωταγωνιστές αυτής της σειράς ντοκιμαντέρ είναι οι παραγωγοί, οι άνθρωποι της ελληνικής υπαίθρου, οι οποίοι μέσα από την καθημερινότητά τους ξετυλίγουν τις άγνωστες λεπτομέρειες για τα προϊόντα που ανυποψίαστοι αγοράζουμε στα νεομπακάλικα της πόλης. Η κάμερα τούς ακολουθεί στο χωράφι, στους δύσκολους και εύκολους καιρούς, στο σπίτι, στη μεταποίηση, στην ώρα της σχόλης, στον τρύγο, στο μάζεμα, στην πορεία για τον έμπορο. Ακολουθώντας το χρόνο και το λόγο τους, ζούμε τη δική τους καθημερινότητα, τις χαρές και τις αγωνίες τους αφτιασίδωτες, γευόμαστε το καθημερινό και γιορτινό τους φαγητό, ταξιδεύουμε στην ιστορία της παραγωγής τους, μπαίνουμε στη θέση τους, δίνοντας απαντήσεις στην προοπτική μιας αποκέντρωσης που τόσο είναι στη μόδα: «θα μπορούσα, άραγε, εγώ;».
Οι άνθρωποι μάς συστήνουν τη ζωή του αγρού, μαζί και τη ιστορία, τις ιδιαιτερότητες της κάθε καλλιέργειας, τη γεύση των προϊόντων μέσα από παραδοσιακές και σύγχρονες συνταγές.
Μαζί με τη ζωή τους, ταξιδεύουμε στον τόπο τους. Κινηματογραφικά «διακτινιζόμαστε» στα τοπία μιας πανέμορφης περιφέρειας, όπου η ομορφιά συμπλέει με την αγροτική ζωή. Μια λίμνη, η θάλασσα, ένα καταπράσινο βουνό, από τουριστικά τοπία μεταμορφώνονται σε ζωτικά στοιχεία, που τρέφουν, ανασταίνουν, δίνουν τη γεύση τους στο προιόν.
Δώδεκα ταξίδια, 12 προσωπικές ιστορίες, 12 οικογένειες, 12 γεύσεις, 12 μοναδικότητες, 12 διαφορετικότητες, 12 μοναδικά προϊόντα. Τα μήλα της Ζαγοράς, τα άγρια μανιτάρια των Γρεβενών, τα σύκα της Κύμης, τα βουβάλια της Κερκίνης, το αβγοτάραχο του Μεσολογγίου, τα τυριά της Νάξου, τα πορτοκάλια της Λακωνίας, το ελαιόλαδο της Μεσσηνίας, η αγκινάρα Αργολίδας, τα φασόλια Πρεσπών και το γριβάδι τους, τα κάστανα της Καστανίτσας.
Ένα ταξίδι πίσω από τα ράφια της ελληνικής και παγκόσμιας αγοράς, όπου το προϊόν πρωταγωνιστεί, γίνεται ο λόγος ενός άλλου τουρισμού, με αιτία γαστρονομική! Βασικοί συντελεστές της σειράς:
Σκηνοθεσία: Βασίλης Κεχαγιάς, Βασίλης Βασιλειάδης, Ανθή Νταουντάκη
Διεύθυνση φωτογραφίας: Γιώργος Παπανδρικόπουλος, Παναγιώτης Βασιλάκης, Δράκος Πολυχρονιάδης, Δημήτρης Λογοθέτης
Μοντάζ: Ηρώ Βρετζάκη, Αμαλία Πορλίγκη, Claudia Sprenger, Μαρία Γιρμή
Δείτε σήμερα: «Σύκα Κύμης»
Eπεισόδιο 2
Άραγε ποιος ξέρει ότι κάθε φορά που δοκιμάζει το ξερό σύκο της Κύμης ή για την ακρίβεια αυτά τα ταιριαστά κολλημένα μεταξύ τους ανοιχτά συκαλάκια, τρώει μια «ασκάδα»; Και πόσοι ξέρουν ότι πίσω από μία ασκάδα, κρύβεται μια πανάρχαιη χειροποίητη, κοπιαστική εργασία; Ότι κάθε σύκο περνάει περισσότερα από 7 χέρια, που με τίποτα δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τα μηχανήματα;
Ποιος ξέρει πως πίσω από κάθε γλυκιά μπουκιά, το σύκο ξεραίνεται στον ήλιο, θειαφίζεται, τρέφεται και στεγνώνει με την αύρα της θάλασσας μέχρι να παντρευτεί στις «ασκάδες», μέσα από μια διαδικασία που το τρέφει επί ένα μήνα με τον τελευταίο, δυνατό ήλιο του καλοκαιριού;
Και ποιος αλήθεια γνωρίζει τι διαφορά έχει η γεύση του ΠΟΠ σύκου της Κύμης από τα υπόλοιπα σύκα της χώρας;
Δύο οικογένειες, δύο βίοι παράλληλοι, που μας ξεναγούν στα ορεινά συκοχώρια της Εύβοιας. Από τον αρχαίο συκοφάντη μέχρι τις υγιεινές μπάρες σύκου με πορτοκάλι δεν έχει αλλάξει τίποτα και όλα είναι διαφορετικά. Οι «Τοπικές Κουζίνες» μας ξεναγούν στα μυστικά της καλλιέργειας, στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του μοναδικού, λεπτόφλουδου σύκου της Κύμης, μας το μαγειρεύουν γλυκό και αλμυρό, παραδοσιακό και μεταμοντέρνο, μέσα από δύο οικογενειακές ιστορίες που ξετυλίγονται στις καταπράσινες πλαγιές της ανατολικής Εύβοιας.
Ποιος ξέρει πως πίσω από κάθε γλυκιά μπουκιά, το σύκο ξεραίνεται στον ήλιο, θειαφίζεται, τρέφεται και στεγνώνει με την αύρα της θάλασσας μέχρι να παντρευτεί στις «ασκάδες», μέσα από μια διαδικασία που το τρέφει επί ένα μήνα με τον τελευταίο, δυνατό ήλιο του καλοκαιριού;
Και ποιος αλήθεια γνωρίζει τι διαφορά έχει η γεύση του ΠΟΠ σύκου της Κύμης από τα υπόλοιπα σύκα της χώρας;
Δύο οικογένειες, δύο βίοι παράλληλοι, που μας ξεναγούν στα ορεινά συκοχώρια της Εύβοιας. Από τον αρχαίο συκοφάντη μέχρι τις υγιεινές μπάρες σύκου με πορτοκάλι δεν έχει αλλάξει τίποτα και όλα είναι διαφορετικά. Οι «Τοπικές Κουζίνες» μας ξεναγούν στα μυστικά της καλλιέργειας, στο παρελθόν, το παρόν και το μέλλον του μοναδικού, λεπτόφλουδου σύκου της Κύμης, μας το μαγειρεύουν γλυκό και αλμυρό, παραδοσιακό και μεταμοντέρνο, μέσα από δύο οικογενειακές ιστορίες που ξετυλίγονται στις καταπράσινες πλαγιές της ανατολικής Εύβοιας.
Κείμενα-αφήγηση: Ελένη Ψυχούλη
Σκηνοθεσία: Βασίλης Κεχαγιάς
Έρευνα: Ζένια Αναστασιάδου, Αλεξάνδρα Σαλιμπά
Διεύθυνση φωτογραφίας: Παναγιώτης Βασιλάκης
Μοντάζ: Αμαλία Πορλίγκη
Διεύθυνση παραγωγής: Μαρίνα Βεϊόγλου
Production Design: Αρετή Βαρδάκη
Παραγωγή: Πάνος Παπαδόπουλος / Prosenghisi Film&Video
Website: www.prostv.com
Facebook εκπομπής: Topikes Kouzines