Ο Θεοδόσης Σ. Δήμος, ανήσυχος 13χρονος συγχωριανός μας, εκφράζει αυτή του την πλευρά με ποιητική εκφραστικότητα όπως μπορείτε άνετα να διαπιστώσετε στα παρακάτω 2 πρόσφατα ποιήματα του. Δεν αναφέρω κάτι άλλο για το μικρό μας φίλο που μας έχει εντυπωσιάσει συμμετέχοντας σε δύο από τις τελευταίες εκδρομές του Συλλόγου μας, άλλωστε από ό,τι φαίνεται στο μέλλον θα μας παρασύρει και πάλι.
Λέμε μόνο ξανά με έμφαση πως τα μέσα επικοινωνίας του Συλλόγου μας, η εφημερίδα μας Η ΦΩΝΗ ΤΩΝ ΑΝΔΡΟΝΙΑΝΩΝ – ΔΕΝΔΡΩΝ και το site μας www.andronianoi.gr είναι και δικά σας και μπορούν να αποτελέσουν βήμα γνωριμίας, επαφής, διαλόγου για κάθε συγχωριανό και φίλο μας. Καλοδεχούμενοι στη μεγάλη μας και όμορφα κινούμενη παρέα μας.
ΣΥΚΑ
Εγίνανε τα σύκα μας
για μια φορά ακόμα,
μ'από τις πιο πολλές συκιές
πέφτουνε εις το χώμα.
Αυτοί που λιάσανε
σύκα ήτανε λίγοι
κ'έτσι χωρίς παραγωγή
ο Αύγουστος θα φύγει.
Και οι συκιές οι ξηριακές
ξεραίνονται ολοένα
αυτό είναι ένα πρόβλημα
να νοιάξει τον καθένα.
Κι αντί ο συνεταιρισμός
να ενδιαφερθεί λιγάκι
παίρνει στο εν τρίτο της τιμής
το κάθε συκαλάκι.
Ενώ θα'πρεπε κίνητρα
στον κόσμο για να βάλει
και η παλιά η τέχνη μας
να ζωντανέψει πάλι.
ΡΙΓΑΝΗ
Φέτος εν έχου ρίγανη
για να ξεχειμωνιάσου,
κ'έτσι το πήρα απόφαση
να παου τσαι να μάσσου.
Ρωτώ λοιπόν το Γιάννη μου
ρίγανη που θε να 'υρω
να 'ναι το φύλλο της καλό
τσαι να μη γίνει μαύρο.
Τα πράματά του 'τοίμαζε
τονέ ρωτού αφού ντύθη
τσ' έπηρε περισπούδαστο
ύφος και μ'αποκρίθη:
«Στου Διονυσίου από 'κει
και μέσα στης Γαλάνας
ρίγανη θε να βρεις πολλή
να δώσεις και της Άννας
»Πήγαινε γρήγορα λοιπόν
θα 'ναι σπαρμένος ο τόπος
είναι λίγη η απόσταση
θαρρώ δεν είναι κόπος»
Για κεί που μου 'πε κίνησα
προς του Γκαρασαλιάνου
έπηρα τσαι την τσάντα μου
τσαι όπου να 'ναι φτάνου.
Ρίγανη μπόλικη είχε μα
αγένωτη ήταν κάπως
σήκωθηνα τσαι έφυγα
τσ' ήταν άδειος ο σάκος.
Εκτός αυτού γεμάτο 'ταν
τσειν' το χωράφι βάτια
γέμισε μου το στρίφωμα
χορτάρια τσαι αγκάθια.
Το μονοπάτι έπηρα
χωρίς καιρό ν'αφήσου
του Αλεκάτσι του Μαυρή
τ' αμπέλι εν το βρίσκου.
Ήθελα τα χωράφια μου
να ιδού μα είχε βάτια
τσ' ωσπού να βγου στη γέφυρα
μου ήβγανε τα μάτια.
Στο δρόμο μου απάντησα
της Ζαχαρούς τη Λίτσα
τσαι την κουβέντα μου 'πιασε
«Τι κάμνεις μωρή Νίτσα».
Το δρόμο μου συνέχισα
τσαι φτάνου στ' Αντρονιάνου
μα τσαι κειδά είχα δουλειές
Χριστέ μου τι να κάνου.
Μόλις τελείωσα τις δουλειές
τσαι έπεσε ο ήλιος
πα στο κρεβάθθι έπεσα
μ' έπηρε ευθύς ο ύπνος.
Το αποτέλεσμα της κούρασης
που τυχε να περάσου
δύο φουχτίτσες ρίγανη
ματσάκια για να φκιάσου.
Αύγουστος 2013
Θεοδ. Σ. Δήμος