Στα δυτικά και λίγο ψηλότερα από τα τελευταία σπίτια είναι κτισμένη η εκκλησία του χωριού μας. Το έδαφος εδώ είναι επικλινές μεν αλλά αρκετά ομαλό και εκτεταμένο για να κτισθεί η εκκλησία. Για να γίνει οριζόντια η αυλή του Ναού με ελαφρά κλίση ώστε να φεύγουν τα νερά της βροχής, στο πίσω μέρος δυτικά έχουν σκάψει το έδαφος μέχρι και δυόμιση μέτρα και με τοίχο καλοκτισμένο στηρίζουν τα χωράφια γύρω ψηλότερα από το προαύλιο του Ναού.
Ανατολικά ένας τοίχος γερά θεμελιωμένος στηρίζει την αυλή της εκκλησίας τρία μέτρα περίπου ψηλότερα από το δρόμο. Ο δρόμος αυτός χωρίζει το προαύλιο του Ναού από τα τελευταία σπίτια και ιδιοκτησίες. Από το δρόμο αυτόν με μία σκάλα αρκετά πλατιά ανεβαίνομε στο χώρο της εκκλησίας. Δυτικά του Ναού περίπου 50 μέτρα υψώνεται λόφος κατάφυτος από πεύκα, βόρεια και ανατολικά, νότια δε έχει αμπέλια και χωράφια με ελιές και συκιές. Ένα δρομάκι στενό με κατεύθυνση νότια βόρεια διατρέχει τα πόδια του λόφου και εξυπηρετεί τα πιο πέρα και τα πιο μακρινά κτήματα.
Ο Ναός είναι αφιερωμένος εις τον άγιο Ιωάννη το Θεολόγο, τον αγαπημένο μαθητή του Χριστού. Εορτάζεται δε στις 26 Σεπτεμβρίου, και γίνεται πανηγύρι στο χωριό. Έχει κτισθεί στο τέλος του προπερασμένου αιώνα. Καθώς ο επισκέπτης ανεβαίνει την είσοδο του, ανατολικά πάνω στην εξέχουσα κόγχη του ιερού βλέπει να αναγράφεται σε ειδική πλάκα η αφιέρωση του Ναού
{ ΙΣ. ΧΣ. Η ΜΕΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ ΚΑΙ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ [ 1897. ΑΡΧΙΤΕΚΤΩΝ ΓΕ. ΣΤΑ. ΣΠΥΡΟΣ. }.
Κτίστηκε από εξαίρετο αρχιτέκτονα ειδικό στην κατασκευή Ναών, βαθύ γνώστη της τέχνης της λάξευσησ γωνιολίθων, θολητών και γενικώς γνώστη των πετρωμάτων και των υλικών κατασκευής οικοδομημάτων, τον Γεώργιο Στ. Σπύρο, τον παππού μου. Οι τοίχοι του Ναού είναι κτισμένοι από πέτρωμα της περιοχής (τεφεκέ) επιλεγμένο όμως σε απλή τοιχοποιία, αλλά με πολύ προσοχή και καλλιτεχνικά κτισμένοι. Στηρίζονται πάνω σε κρηπίδωμα από λαξευτούς μεγάλους λίθους που καλύπτουν τα θεμέλια και φαίνονται – αλλά και όντως – να εδράζονται σε πλατύ γερό θεμέλιο.
Όλες οι γωνίες είναι σχηματισμένες με γωνιολίθους λαξευμένους. Οι κυρίως γωνίες του είναι κατασκευασμένες από λαξευτά αγκωνάρια διπλά σταυροειδώς τοποθετημένα και σχηματίζουν κολώνα τετράγωνη σε όλο το ύψος του Ναού, από την κρηπίδα της βάσης έως την κρηπίδα της στέγης που στεφανώνει γύρω το Ναό και τα αετώματά του. Η κρηπίδα της στέγης είναι απλή αλλά θαυμάσια πελεκημένη και τοποθετημένη, φαίνεται δε σα να έχει πρόσφατα κατασκευασθεί. Την προστατεύουν απ’ τη βροχή, το χιόνι, από τις καιρικές μεταβολές, τα κεραμίδια που την σκεπάζουν.
Ο Ναός έχει δύο σειρές παραθύρων για να εισέρχεται πλούσιο φως από τα πολύχρωμα τζάμια τους. Τα κατωκάσια, οι παραστάδες, τα πρέκια των παραθύρων και των θυρών είναι κατασκευασμένα από πέτρα, μονόλιθο το κάθε ένα, με τέχνη λαξευμένα και τοποθετημένα, προεξέχουν δε της παρειάς του τοίχου περίπου 3 εκατοστά του μέτρου και σχηματίζουν γύρω τους κορνίζα που διακόπτει τη συνέχεια της τοιχοποιίας. Στη δυτική είσοδο της εκλησίας υπάρχει μεγάλο υπέρθυρο διαστάσεων 0,20Χ0,32Χ1,75 μέτρα μήκους και στη νότια κυρία είσοδο του Ναού πολύ μεγαλύτερο 0,25Χ0,35Χ1,85 μέτρα. Πάνω δε αναγράφεται «ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΘΕΟΛΟΓΟΣ ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ 1897». Το είχαν όμως ασπρίσει με γαλάκτωμα ασβέστου και με πολύ προσοχή και ενδιαφέρον μπορεί να τα διακρίνει σήμερα κάποιος. Οι παραστάδες της εισόδου και το πρέκι της είναι λαξευμένα και σχηματίζουν κορνίζα περίτεχνη. Τη δεκαετία του 1930 κατασκεύασαν νάρθηκα από μπετόν αρμέ, προ της εισόδου και εκεί γίνεται η προετοιμασία για να εισέλθει κάποιος στο Ναό. Εσωτερικά η εκκλησία είναι μία αίθουσα εκτός του ιερού βήματος χωρίς κολώνες, αντίθετα με τους ναούς των γύρω χωριών.
Στα παιδικά μου χρόνια θυμάμαι, ήταν σουβατισμένοι οι τοίχοι ωραιότατα, πίσω δε από το ιερό βήμα, στην κόγχη του ιερού ψηλά ήταν ζωγραφισμένη η Παναγία με το Χριστό βρέφος. Τι ωραία ζωγραφική! Φαίνεται όμως ότι ο σουβάς με την πάροδο του χρόνου απεσαθρώθει και απεκολλήθει του τοίχου. Τώρα έχουν αποξύσει τους σουβάδες, έχουν καθαρίσει τους λίθους της τοιχοποιίας και έχουν καλύψει τους αρμούς μεταξύ των λίθων με ημίλευκο τσιμεντοκονίαμα. Η στέγη του είναι ξύλινη, κατασκευασμένη με ζευτά ψαλιδωτή. Κάλυψαν τα ζευκτά της στέγης με ταβάνι αψιδωτό. Τρεις αψίδες διατρέχουν κατά μήκος τον ουρανό του Ναού ωραιότατα κατασκευασμένες. Δυτικά της εισόδου και ψηλά έχει κατασκευασθεί γυναικωνίτης που εξυπηρετείται από εξωτερική είσοδο δίπλα στη Β.Δ. γωνία του Ναού και φωτίζεται από τα παράθυρα της δεύτερης σειράς, νότια, δυτικά και βόρεια. Το τέμπλο του θαυμάσιο. Με ωραιότατες ζωγραφισμένες εικόνες λες και θα σου μιλήσουν. Με τη μορφή της Παναγίας και δεξιά της τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο, εις τον οποίον είναι αφιερωμένος ο Ναός. Στην άλλη πλευρά της ωραίας πύλης τον Χριστό και αριστερά του τον Άγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο, βαπτιστή. Και άλλες εικόνες, όπως του Αγίου Φανουρίου που εορτάζεται στις 27 Αυγούστου ως δεύτερος προστάτης του χωριού μας. Την εικόνα της Ζωοδόχου Πηγής και όλες τις εικόνες ψηλά στο τέμπλο και στους τοίχους ανηρτημένες, αφιερωμένες από πιστούς ευλαβείς. Όλες είναι θαυμάσια ζωγραφισμένες. Μα και το δεσποτικό το εικονοστάσι, τα ψαλτήρια, το παγκάρι, τα στασίδια, όλα είναι με προσοχή, με ζήλο και ευλάβεια κατασκευασμένα από επίλεκτους τεχνίτες.
Εκείνο που κάνει κάποιον να απορεί αν γνωρίζει από αυτά και να θαυμάζει είναι όχι μόνο η τέχνη, ή μαστοριά, ή πείρα, η αρχιτεκτονική κάθε στοιχείου της εκκλησίας, αλλά ο κόπος, η προσπάθεια, ο τρόπος μεταφοράς των υλικών, μα κυρίως των μεγάλων μονολίθων για τα κατωκάσια, παραστάδες, πρέκια παραθύρων και θυρών. Δεν υπήρχαν δρόμοι τότε προς την εκκλησία . Μονοπάτια ήσαν . Θυμάμαι όταν ήμουν παιδί και σα νέος, με πόση δυσκολία ανεβαίναμε να εκκλησιαστούμε ,από τις πέτρες ,τα χαλίκια που είχαν οι δρόμοι , και από τα νερά που έτρεχαν το χειμώνα .Για να περάσει ο επιτάφιος κάθε Μ. Παρασκευή ,τα παιδιά του χωριού ,ημέρες πριν καθαρίζαμε τους δρόμους, παραμερίζαμε τις πέτρες και τα χαλίκια.
Και τις μεν πέτρες ,τ’ αγκωνάρια ,βάρους 70-80 κιλών τα μετέφεραν με ημιόνους, φορτωμένα στα σάγματά τους με ειδική φόρτωση. Όμως τους μεγάλους μονολίθους πως τους μετέφεραν ; Στη θέση Σουβάλα προς τα Λακάκια ,εκεί υπήρχαν και υπάρχουν διάσπαρτοι ογκόλιθοι από τεφεκέ , που τους τεμάχιζαν με σφήνες στα διαστάσεις που ήθελαν. Για να τους μεταφέρουν όμως , είχαν κατασκευάσει εσχάρες από ξύλα σκληρά ή μαδέρια , οριζόντια στο επάνω μέρος για να τοποθετούν τους μεγάλους μονολίθους , στο κάτω μέρος λίγο κυρτά για να γλιστρούν στο έδαφος και με ζευγμένους ημιόνους τα έσυραν σαν έλκηθρο και ίσως μέσα από χωράφια με μικρές διακυμάνσεις ,που οι ιδιοκτήτες τους παραχώρησαν την χρήση ευχαρίστως (ο σκοπός ήταν ιερός ,εκκλησία έκτιζαν ), τα μετέφεραν έως το προαύλιο της εκκλησίας . Όμως υπήρχε και λατομείο στη θέση Πέτρα ,πεντακόσια περίπου μέτρα βόρεια του ναού με γερό πέτρωμα. Σ’ ένα κτήμα που αγόρασαν οι γονείς μου, με πεύκα , δίπλα στο ρεματάκι φαινόταν λατομείο. Αν από εκεί εξώρυσσαν τους μεγάλους μονολίθους , η μεταφορά τους προς το χώρο της εκκλησίας θα ήταν ευκολότερη από οποιοδήποτε άλλο μέρος. Το δρομάκι που διατρέχει τις ρίζες του λόφου φτάνει έως εδώ ,αλλά και πολύ πιο πάνω. Στο δρόμο αυτόν με σταθερό έδαφος , με χαλίκια στρωμένο , χωρίς λάσπες με ελαφριές υψομετρικές διαφορές , εύκολα θα γλιστρούσε το έλκηθρο προς το προαύλιο της εκκλησίας. Πάντως η από τη θέση Σουβάλα ή από τα λατομεία στην Πέτρα , κατ’ αυτόν τον τρόπο θα εγίνετο η μεταφορά των μεγάλων μονολίθων για παραστάδες ,κατωκάσια ,πρέκια θυρών και παραθύρων , βάρους από 140 έως 400 κιλά.
Το ωραιότερο και το πλέον εντυπωσιακό όμως στοιχείο του ναού είναι το κωδωνοστάσιό του . Είναι κτισμένο στη Β.Α γωνία της εκκλησίας. Στους ναούς των γύρω χωριών τα κωδωνοστάσια είναι κατασκευασμένα στη Δυτική τους όψη. Προβάλλει πολύ ψηλά από την στέγη της εκκλησίας προς τον ουρανό και είναι να το θαυμάζει κάποιος πάνω στη βάση του σε σχήμα οκταγώνου. Η βάση του είναι κατασκευασμένη μαζί με τους τοίχους της εκκλησίας , φτάνει δε στο ύψος τη στέγη της. Με μία σκάλα στο εσωτερικό της βάσης , κυκλική ,μοναδική στην κατασκευή της ,δεν έχει επαναληφθεί πουθενά παρόμοια στην περιοχή τουλάχιστον της Κύμης, Ανεβαίνει έως την κορυφή της βάσης. Τα σκαλοπάτια της είναι κατασκευασμένα από πέτρα συμπαγή το κάθε ένα. Στηρίζονται εξωτερικά στον τοίχο της βάσης και είναι συγχρόνως κτισμένα μ’ αυτή.
Εσωτερικά δε, εκεί που είναι το φανάρι (όπως λέγεται) κάθε κυκλικής σκάλας σχηματίζουν κολώνα διαμέτρου 0,20 μέτρα και φαίνεται ότι κάθε σκαλοπάτι στηρίζεται εξωτερικά στον τοίχο της βάσης, εσωτερικά δε στην στρογγυλή κολώνα. Το κάτω μέρος του κάθε σκαλοπατιού είναι πελεκημένο και ακολουθεί την κλίση της σκάλας. Το επόμενο ακολουθεί το προηγούμενο αρμονικά. Η σκάλα είναι κατασκευασμένη με τον τύπο 2y+λ =0,64 μέτρα. Δηλαδή 2ύψη συν το πλάτος του πατήματος ισούται με 64 εκατοστά του μέτρου που είναι σε μήκος το αβίαστο βήμα του ανθρώπου. Εδώ το πάτημα είναι στενό και το ύψος μεγάλο. Όμως έτσι έπρεπε να γίνει. Καθώς μπαίνεις στην είσοδό του και ανεβαίνεις τη σκάλα, αισθάνεσαι ότι εισέρχεσαι στο εσωτερικό ενός κοχλία, χωρίς όμως να φοβίζει ο στενός χώρος. Τα υπεράνω μας σκαλοπάτια είναι τοποθετημένα πολύ ψηλότερα από το ανθρώπινο σώμα και δε φοβίζουν, μήπως κτυπήσωμε, ιδίως κατά την κάθοδο. Φθάνοντας στην κορυφή της βάσης, αρχίζει το κυρίως κωδωνοστάσιο. Τέσσερις κολώνες τετραγωνικής διατομής ξεκινούν από τη βάση και φθάνουν έως την κορυφή.
Τα αγκωνάρια στις κολώνες αυτές είναι λαξευμένα στο εσωτερικό του μέρος και σχηματίζουν κενό 15- 17 εκατοστά του μέτρου διάμετρο. Το κενό αυτό έχει πληρωθεί από οπλισμένο σκυρόδεμα. Δηλαδή περικλείουν μια κολώνα από μπετόν αρμέ που δεν φαίνεται από τη βάση έως την κορυφή τους. Μέσα στο μπετόν αυτό, στις κολώνες αυτές, σε ειδικά τοποθετημένους μοχλούς (πύρους) αγκυρώνονται οι περιμετρικά και χιαστί σιδερένιες λάμες, πάχους τριών εκατοστών (0,03) και πλάτους δέκα εκατοστών του μέτρου (0,10), σε προκαθορισμένο ύψος, έτσι ώστε οι κολώνες να συνδέονται μεταξύ τους ως αν με συνδετήριους δοκούς και να συνεργάζονται. Σ’ αυτές αναρτώνται και οι καμπάνες. Ακουμπούν σε έναν άβακα σε κάθε κολώνα στο αυτό ύψος, ο οποίος διακόπτει τη συνέχεια, κατά το ύψος, στις κολώνες και προσδίδει κάποια ξεχωριστή χάρη σ’ αυτές. Σε αυτό το ύψος οι κολώνες συνδέονται με αψίδες (καμάρες) με καμαρολίθια λαξευτά και είναι στεφανωμένες πάνω από το μεσαίο (κλειδί) με οριζόντια κορνίζα.
Αυτό επαναλαμβάνεται και κάτω από την κορυφή του. Τέσσερις ακόμα αψίδες καμάρες, όμοιες σαν αυτές, στεφανώνουν το μέτωπο του κωδωνοστασίου κάτω από την κορνίζα (κρηπίδα) της οροφής. Στην κορυφή, στις τέσσερις γωνίες του κωδωνοστασίου είναι τοποθετημένα τέσσερα πέτρινα λαξευτά ακροκέραμα με μορφή από φύλλα άκάνθας, ωσάν κόσμημα, και στο μέσον, πάνω σε πυραμοειδή βάση, στην κορυφή ο πέτρινος σταυρός καταπληκτικής τέχνης και μοναδικής ξεχωριστής μορφής. Από το χωριό κάτω χαμηλά φαίνεται να υψώνεται περήφανα προς τον ουρανό πάνω από τη βάση του οκτώ και πλέον μέτρα. Ο αρχαίος θεατής ή ιστορικός θα έλεγε: «Θέαμα κεκαλιστωμένο γεγένηται το κωδωνοστάσιο. Εις μεν τους βλέποντας υπερφυσικό εις δε τους ακούοντας εντελώς απίστευτον».
Καθώς πέρασαν τα χρόνια, από την κατασκευή του, τα αγκωνάρια από πέτρωμα «τεφεκέ» διαβρώθηκαν και καθώς είχαν φθαρεί, από σεισμούς, έφυγαν λίγο- λίγο από την κατακόρυφο οι κολώνες. Χρειάστηκε να ανακατασκευασθεί, να κτισθεί καινούριο πάνω από τη βάση του. Πριν από είκοσι δύο χρόνια περίπου ξήλωσαν τις κολώνες έως τη βάση τους και με καινούριες το κατασκεύασαν όμοιο καθ’ όλα προς το πρώτο, προς το πρωτότυπο. Μόνο τα τέσσερα ακροκέραμα με μορφή από φύλλα άκανθας, και ο περίτεχνος σταυρός που προέρχονται από το πρωτότυπο, τοποθετήθηκαν στο καινούριο στην ίδια θέση τους. Την εργασία αυτή την ανέλαβε ο αδερφός μου Δημήτρης Στ. Σπύρου, εξαίρετος τεχνίτης στη λάξευση γωνιολίθων και άριστος στην οικοδομική, με τεχνίτες, βοηθούς του τα παιδιά του. Το απεκατέστησαν όμοιο προς το πρώτο, προς το πρωτότυπο και τώρα υψώνεται χαριέστατο πάνω από το Ναό προς τον ουρανό.
Πριν γίνει η ανακατασκευή του κάποιος κύριος, θεοσεβής από το χωριό μας ήθελε δι’ εξόδων του, να το ξαναοικοδομήσει, αλλά με μάρμαρο. Υπήρχαν τα μάρμαρα. Δύο επίτροποι που συναντήθηκε μαζί τους όμως του είπαν: « Δεν θέλομε να μας το φτιάξεις με μάρμαρο. Αλλά με τι καλυτερο θέλετε να γίνει: τους ρώτησε. Εμείς θέλομε να μας το φτιάξεις με «τεφεκέ». Λες και ήταν δικό τους το κωδωνοστάσιο. Δεν ήταν δυνατόν ούτε εύκολο να εξευρεθεί πέτρωμα γερό από τεφεκέ…ν’ αντέχει στο χρόνο. Ούτε ήταν δυνατόν να δαπανηθούν τόσα χρήματα και έπειτα από λίγα χρόνια να χρειάζεται να ανακατασκευασθεί. Αυτά είναι μνημεία και πρέπει να μένουν αιώνια. Να γίνονται από υλικά αιώνια. Ένας τρίτος του είπε: «Για σκέψου ν’ ασπρίσει τσεί πάνου!» Θ’ άσπριζε το μάρμαρο εκεί ψηλά και δεν το άντεχε. Αυτά του είπαν και ο άνθρωπος απογοητεύτηκε. Ίσως να ήταν καλύτερα που ήρθαν τα πράγματα έτσι. Τώρα έχει κτισθεί με πέτρωμα «μαλαντρίνα» καλύτερο ίσως από το πέτρωμα «τεφεκέ».
Η καμπάνα του θα κτυπά και θ’ αναγγέλλει λυπημένα μα και χαρούμενα γεγονότα της ζωής. Θα κτυπά πάντα καλώντας τους Χριστιανούς τ’ απογεύματα την ώρα του Εσπερινού. Θα κτυπά τις Κυριακές το πρωί στον όρθρο μα και όταν ψάλλεται στο Ναό η δοξολογία. Πόσες φορές έχει κτυπήσει και θα κτυπήσει στο μέλλον τη Μεγάλη Παρασκευή θλιμμένα για το γεγονός της Σταύρωσης του Χριστού! Αλλά και πάντα θα κτυπά την ημέρα της Λαμπρής, του Πάσχα, για ν’ αναγγείλει το πανηγυρικό το χαρμόσυνο της Αναστάσεως του Χριστού Γεγονός!
Δένδρα Κύμης Μάρτης 2010
Γεώργιος Σταμ. Σπύρου