1. ΓΕΝΙΚΑ
Η ελιά είναι αειθαλές, αιωνόβιο καρποφόρο δένδρο και ανήκει στη βοτανική οικογένεια Oleaceae.
H εμφάνισή της χάνεται στα βάθη των αιώνων. Από φύλλα ελιάς σε απολιθώματα, συμπεραίνεται ότι η ελιά υπήρχε πολλές χιλιάδες χρόνια πριν από την εμφάνιση του ανθρώπου στη γη. Λέγεται ότι η ελιά υπήρχε στη λεκάνη της Μεσογείου, όταν ο πρωτόγονος άνθρωπος άρχισε να ασχολείται με τη γεωργία Στην Ελλάδα τα ευρήματα των ανασκαφών μαρτυρούν ότι καλλιεργείτο από τα μυκηναϊκά και μινωϊκά χρόνια.
Η ελληνική μυθολογία αναφέρει ότι την ελιά την έφεραν ο Κέκροπας ή η Αθηνά. Με κλαδί άγριας ελιάς (κότινο) στεφάνωναν οι Αρχαίοι Έλληνες τους νικητές των ολυμπιακών αγώνων και χρησιμο ποιούσαν τα κλαδιά της ελιάς στις θρησκευτικές τελετές τους.
Το λάδι πιθανότατα το παρήγαγαν πρώτοι οι Φοίνικες εδώ και μερικές χιλιάδες χρόνια. Οι αρχαίοι θεωρούσαν το λάδι ευγενές προϊόν , τόσο που στα ομηρικά χρόνια το χρησιμοποιούσαν αποκλειστικά ως μέσο καλλωπισμού και ατομικής υγιεινής. Μετά τον 6ο αιώνα π.Χ, αποτέλεσε έναν από τους σημαντικότερους πλουτοπαραγωγικούς πόρους.
Στη χώρα μας καλλιεργείται σχεδόν σε όλη την επικράτεια. Από τη Σαμοθράκη μέχρι την Ρόδο και από την Κρήτη μέχρι τα Ιόνια νησιά. Από αυτές τις περιοχές, οι θερμότερες και ξηρότερες παράγουν κυρίως λάδι και οι δροσερότερες επιτραπέζια ελιά.
2. ΣΗΜΑΝΤΙΚΟΤΕΡΕΣ ΠΟΙΚΙΛΙΕΣ
Πρακτική μέθοδος ταξινόμησης των ελληνικών ποικιλιών είναι ανάλογα με τον προορισμό χρήσης του καρπού και χωρίζονται σε τρεις ομάδες: σε ποικιλίες για ελαιοποίηση, σε επιτραπέζιες ποικιλίες και σε μεικτές.
α.Ποικιλίες για ελαιοποίηση.
Χαρακτηριστικό τους είναι η απόδοση σε λάδι και η σταθερότητα σε ποσότητα και καρποφορία. Διακρίνομε τις παρακάτω κυρίως ποικιλίες :
Αγουρομανάκι, γνωστή και ως αγουρομανακολιά. Πολύ ζωηρό δένδρο, ύψους 5-7 μέτρων. Αντέχει στο κρύο.Κάνει καρπούς με μέσο βάρος 2,5 γραμμάρια, ωοειδείς και με χρώμα ώριμου καρπού κόκκινο -μώβ. Η περιεκτικότητα σε λάδι φτάνει το 25% και είναι καλής ποιότητας.
Αδραμυτική γνωστή και ως Αϊβαλιώτικη, Μυτιληνιά, Φραγκολιά. Μέτρια παραγωγικότητα, μέτρια αντοχή σε ψύχος, δένδρο έως 6-8 μέτρα. Ο καρπός είναι μέσου βάρους 3-4 γραμμάρια, ωριμάζει Νοέμβριο – Δεκέμβριο με χρώμα κιτρινωπό που γίνεται κόκκινο σε μελανό με την ωρίμανση. Περιεκτικότητα σε λάδι 22-25 %. Καλλιεργείται κυρίως σε Μυτιλήνη, Χίο, Εύβοια Άνδρο.
Βαλανολιά ή Μυτιλήνης: Ποικιλία γνωστή σε όλο το Βόρειο Αιγαίο. Δένδρο ζωηρό με ακανόνιστο σχήμα μπορεί να δώσει μεγάλη περαγωγή. Ωριμάζει όψιμα έως το Μάρτιο. Το μέσο βάρος του καρπού είναι 3-4,5 γραμμάρια και η περιεκτικότητα σε λάδι φτάνει στο 25-30 % . Το λάδι είναι εξαιρετικής ποιότητας με έντονο άρωμα και καλή γεύση. Θεωρείται από τις καλύτερες ελαιοποιήσιμες ποικιλίες.
Κορωνεϊκη: Η κατ΄ εξοχήν ελαιοπαραγωγική ποικιλία στην Ελλάδα. Διακρίνεται για τη μεγάλη ανθεκτικότητά της σε δ’υσκολες καιρικές συνθήκες. Έζει σταθερή καρποφορία και υψηλή σχετικά απόδοση, που μπορεί να φτάσει τα 150 κιλά ανά δένδρο. Μειονέκτημα το μικρό βάρος καρπού(0,5 γραμ.). Χρώμα καρπού στην αρχή πράσινο που καταλήγει σε μελανό-μωβ. Πρώιμη ποικιλία με περιεκτικότητα σε λάδι γύρω στο 22 %, εξαιρετικό σε άρωμα και γεύση.
Λιανολιά ή λαδολιά, κουτσουρελιά, Πατρινή, κουρτελιά, κ.ά. Καλλιεργείται σε ‘όλα τα Ιόνια νησιά και σε περιοχές της Πελοποννήσου. Μέτριας απόδοσης, ωριμάζει μέχρι τέλος Νοεμβρίου. Ο καρπός μικρός, σφαιρικός, βάρους 1,2 γραμ. και περιεκτικότητας σε λάδι 24 %, μέτριας ποιότητας.
Σουβλοελιά, γνωστή και ως στριφτολιά, νερολιά, Πρεβεζάνα, Κορφιάτικη, λαδολιά. Μικρόκαρπη ποικιλία, δέχεται αυστηρό κλάδεμα. Όψιμη ποικιλία. Ο καρπός μικρός (περίπου 1 γραμ. ),με περιεκτικότητα σε λάδι περί το 20 %. Το λάδι από τη λιανολιά Κερκύρας είναι άριστης ποιότητας.
Μεγαρίτικη, ή και Περαχωρίτικη, Βοβώδικη, Χοντρολιά. Καλλιεργείται κυρίως σε Αττική, Βοιωτία, Εύβοια και Πελοπόννησο. Μέτριας ανάπτυξης δένδρο, ωριμάζει Νοέμβριο-Δεκέμβριο. Με φροντίδα παράγει καρπό κάθε χρόνο. Ο καρπός είναι κυλινδρικός- κωνικός με μέσο βάρος 4 γραμ., περιεκτικότητα σε λάδι από 20 έως 29 % μέτριας έως καλής ποιότητας.
Τσουνάτη, γνωστή και ως μαστοειδής , μαστολιά, μουρατολιά. Όψιμη ποικιλία, αντέχει στο κρύο και καλλιεργείται έως 1000μ. υψόμετρο. Ο καρπός είναι ωοειδής, βάρους περί τα 2 γραμ., με περιεκτικότητα σε λάδι 25 έως 30 %,πολύ καλής ποιότητας. Καλλιεργείται κυρίως στην Κρήτηκαι περιοχές Πελοποννήσου.
β. Επιτραπέζιες ποικιλίες.
Αδρόκαρπη ή και κορομηλολιά, γαϊδουρολιά, Χαλκιδικής, ή χοντρολιά. Η τρίτη κατά σειρά αξιολόγησης στις ελληνικές ποικιλίες. Ο καρπός είναι πολύ μεγάλος, επιμήκης με λάδι 27%. Χρησιμοποιείται για πράσινη και μαύρη επιτραπέζια ελιά.
Καλαμών γνωστή και ως Καλαματιανή, Αετονύχι, χοντρολιά: Είναι η ελιά που χαίρει της μεγαλύτερης αναγνωρισιμότητας σε διεθνές επίπεδο. Καλλιεργείται κυρίως σε Μεσσηνία, Λακωνία .Αντέχει στις προσβολές του Δάκου .Ωριμάζει τον καρπό Νοέμβριο με Δεκέμβριο. Ο καρπός είναι μεγάλος (έως 6 γραμ.) με περιεκτικότητα σε λάδι 17- 19%. Είναι μια από τις καλύτερες επιτραπέζιες ποικιλίες. Δίνει μαύρες ελιές ,χαρακτές, ξιδάτες, ιδιαίτερα κατάλληλες για κονσερβοποίηση.
Καρυδολιά, γνωστή και με τα ονόματα Κωνική, Κολυμπάδα, Καρυδοραχάτη. Καλλιεργείται σε Χαλκιδική, Λαμία ,Εύβοια, Αττική Άμφισσα. Ποικιλία κατάλληλη για παραγωγή επιτραπέζιας ελιάς , πράσινης και μαύρης.
Κονσερβολιά: Καλλιεργείται κυρίως σε Αγρίνιο, Άμφισσα, Εύβοια, Λαμία, Πάτρα, Πήλιο, αλλά και σε πολλές άλλες περιοχές, μέχρι 600 μέτρα υψόμετρο. Είναι παραγωγική, ωριμάζει Νοέμβριο με Φεβρουάριο. Ο καρπός είναι σφαιρικός ή ωοειδής, από τους μεγαλύτερους των ελληνικών ποικιλιών (έως και τα 8 γραμ.).Δίνει πράσινες και μαύρες επιτραπέζιες ελιές άριστης ποιότητας, ιδιαίτερα κατάλληλες για κονσερβοποίηση.
Διάσημοι εκπρόσωποι της κατηγορίας αυτής είναι οι ελιές Αμφίσσης, κλασική επιτραπέζια ελιά συνήθως μαύρες ή ξανθές, με μεγάλες πωλήσεις ,ιδιαίτερα στο εξωτερικό, οι ελιές Βόλου, μέτρια σε μέγεθος πασίγνωστη και αυτή ποικιλία κονσερβολιάς, καθώς και η Αγρινίου με τις πράσινες ή μαύρες ελιές , που συλλέγονται από το Σεπτέμβρη έως τα τέλη Ιανουαρίου.
γ. Μεικτές ποικιλίες
Έχουν μεγάλη σημασία για την ανάπτυξη της εντατικής ελαιοκαλλιέργειας. Περιλαμβάνει τις ποικιλίες που έχουν καρπό μεσαίου προς μεγάλο μέγεθος και μπορούν να δώσουν πράσινες ή μαύρες ελιές.
Αμυγδαλολιά ή και Ισπανική, Κουρομύτα, Στραβομύτα: Καλλιεργείται στην Άμφισσα για λάδι και στην Αττική για πράσινη επιτραπέζια ελιά.
Θρουμπολιά: Γνωστή και ως θρούμπα, χοντρολιά, ασκούδα, Θασίτικη, λαδολιά, Ρεθυμιώτικη. Καλλιεργείται κυρίως Κρήτη, Κυκλάδες, αλλά και Εύβοια, Αττική, Χίο, Σάμο. Καλλιεργείται σε υψόμετρο έως 700 μέτρα. Είναι πρακτικά απρόσβλητη από Δάκο,με καρπό μέτριο (έως 3 γραμ.) και περιεκτικότητα σε λάδι μέχρι 28%, καλής ποιότητας. Χρησιμοποιείται για την παραγωγή της επιτραπέζιας ελιάς, της Θρούμπας.
Κοθρέϊκη: Καλλιεργείται σε Φωκίδα, Λαμία, Κυνουρία, Ερμιόνη. Γνωστή και ως μανάκι, Κορινθιακή, γλυκομανάκι, γλυκομανακολιά. Μέτριας απόδοσης, αντέχει στο ψύχος και ως 800 μ.υψόμετρο. Καρπός σφαιρικός ή ωοειδής, βάρους 4-5 γραμ.,και λάδι 25% , καλής ποιότητας. Δίνει μαύρη επιτραπέζια ελιά, γευστική και αρωματική.
Αντώνης Ε. Βλαχαντώνης